(Κάπου ξαναείπα ότι) Ο χειρότερος μου εφιάλτης είναι να χάσω τα αθρωπούθκια μου. Όι να πεθάνουν. Να χαθούν, να αγνοούνται. Τούτος ο εφιάλτης απέχει γύρω στα 800 τρισεκατομμύρια έτη φωτός που τον επόμενο που είναι να χάσω τοιουτοτρόπως όποιοδήποτε δικό μου πλάσμα. Ο οποίος απέχει τόσο μακριά που τον τρίτο, που ο τρίτος εν ηξέρω τι ένη.
Άμαν ακούω για περιπτώσεις αγνοούμενων μωρών, πχ
Madeleine, ή ο άλλος πριν τζιαιρό στη Λεμεσό που τον εγυρέφκαμεν ούλλη η Κύπρος μες τες βροshές, πιάννει με η πελλάρα. Τζιαι επειδή τόσο τραγική σκέψη είναι για μένα, όταν περάσουν 10 λεπτά τζιαι οι γονείς του μωρού συνεχίσουν να ζουν, θεωρώ ότι κάτι εν πάει καλά μαζίν τους. Εγώ πιστέυκω ότι αν μου τύχει έτσι πράμα, αν περάσουν 2 λεπτά τζιαι δεν έβρω το μωρό, θα γείρω έναν τόπο τζιαι να πεθάνω. Τζι αν δω ότι περνούν τα λεπτά τζιαι η ψυshή μου αρνείται να φκει, θα την φκάλω με το ζόρι.
Aπλά δεν το αντέχω.
Μετά που τούτον τον πρόλογο, έρκεται το κυρίως πιάτο.
Προχτές τη νύχτα έχασα τον Ούτποτ.
(Προφανώς για να γράφω ποστ σημαίνει ότι είτε ήβρα τον, είτε έshει wifi δαπάνω - ή δαΚΑΤΩ)
Είμασταν στο σπίτι της μάνας μου τζι επαίζαμεν. Ήταν τζι ο αρφός μου τζιαμέ, εμιλούσαμεν, εβουρούσαμεν, είshεν πολλύν καρκαshαλλίκκι. Έξω ήταν ψάτζιουλλος, ήταν τες μέρες που εshιόνιζε.
Enter "Σε κάποια φάση". Σε κάποια φάση αφασίας, λοιπόν, αντιλαμβάνομαι ότι ο αεικίνητος τζιαι υπεργλήορος Ούτποτ δεν είναι εντός οπτικού πεδίου. Σιγά το πράμα, θα μου πεις. Ναι, αλλά ταυτόχρονα στο οπτικό μου πεδίο είshεν μιαν εξώπορτα μισάνοιχτη.
Έχω την εντύπωση ότι ΕΠΕΤΑΣΑ μέχρι το δρόμο, τον ΚΥΡΙΟ δρόμο, αλλά εννά σας γελάσω. Μπορεί να διακτινίστηκα.
ΟΥΤΠΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΤ!!!!! ΟΥΥΥΥΤΠΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΤ!!!!! ΟΥΥΥΥΤΠΟΟΟΟΟΤ!!!!!! SHIT. SHIT. ΟΥΤΠΟΟΟΟΟΟΤ!!!!!! Ευτυχώς έννεν τσιλλημένος | SHIT ENNEN ΤΣΙΛΛΗΜΕΝΟΣ | ΦΑΚΚΙΤΥ ΦΑΚΚ ΦΑΚΚ ΟΥΥΥΥΥΥΥΥΥΥΥΤΠΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΤΤ!!!!! | Θεέ μου | Θεέ μου | Πληζ | ΟΥΥΥΥΤΠΟΟΟΟΟΟΟΟΤΤ ΑΠΑΝΤΑ ΜΟΥΥΥΥΥΥΥΥ!!!! | ΠΟΥ ΕΙΣΑΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ | He can't be far, εν τόσο ψατζιή που με τα ρούχα που φορεί ήταν να πεθάνει δαμέ πουκάστην ελιά | ΟΥΥΥΥΥΤΠΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΤ!!!!!!!! | Πρέπει να πέρασεν το λεπτό, εν ώρα μου | ΟΥΥΥΤΠΟΤΤ ΑΠΠΩΜΕΝΕ Γ@ΜΩΤΟ ΑΠΑΝΤΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ | Ήρτα πολλά μακριά, έννεν δυνατό που επρόλαβε να διανύσει τόσο δρόμο, αφού μόνο 3 δευτερόλεπτα τον έχασα που τα μάθκια μου | Άρα κάποιος τον άρπαξε, ΠΟΤΕ ΕΠΡΟΛΑΒΕΝ;;; | ΟΥΥΥΥΥΥΥΥΤΠΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΤΤΤΤΤΤΤ | προς αρφόν: ΕΦΥΕΝ Ο ΟΥΤΠΟΤ | Εν γίνεται | Εν μου συμβαίνει ΕΜΕΝΑ τούτο το πράμα | Εν γίνεται να μου συμβαίνει εμένα τούτο το πράμα | Ειδικά τον Ούτποτ!!!!!! | ΟΥΥΥΥΥΥΥΥΥΥΤΠΟΟΟΟΟΟΟΟΤΤΤ!!! | Τωρά τι, εννά τηλεφωνήσω αστυνομίας; Τζι ώσπου νάρτει;; Shέσε μέσα. Τζι εννά μας πουν οι τηλεοράσεις τζιαι να φκουν ούλλοι έξω να τον γυρέφκουν;; | Εν μου συμβαίνει εμένα τούτο το πράμα | Είμαι ΠΟΛΛΑ περίεργη πώς θα τελειώσει, όι πως εννα φτάσω να το δω | Θα τον έβρω μπρουμουττησμένο τζιαι άψυχο μες την λαξιά; | Κρατά τον κανένας μαύρος τωρά τζιαι βουρά; | ΟΥΤΠΟΟΟΟΟΤ!!!!!!
Πρέπει να περάσαν 3 λεπτά, ο αρφός μου όργωνεν το σπίτι, η μάνα μου εδιακτινίστηκε 300 μέτρα ως την ποταμωσιά, εγώ ήμουν σε πολλούς τόπους ταυτόχρονα: ο ένας εαυτός έβαλλεν τον Άθρωπ μέσα για να μεν ψοφήσει, ο άλλος εξαναέρεσσεν που μες το σπίτι, τζιαι οι υπόλοιποι 13 εαυτοί εφακκούσαν γυρώ του σπιθκιού τζιαι της γειτονιάς. Έξω εν ήταν. Αλλά μέσα εν ετόλμουν να ξαναμπώ γιατί αν ήταν έξω;;
ΠΑΝΤΑ είμαι θετική και αισιόδοξη, ακόμα και στα χειρότερα. Στο πρώτο λεπτό επίστευκα ότι θα τον έβρουμε, απλά επαούριζα τζιαι όργωνα το δρόμο επειδή αυτό ΕΠΡΕΠΕ λογικά να κάμω. Στο δεύτερο λεπτό, άρκεψε να σοβαρεύκει. Εξακολουθούσα να πιστεύκω ότι θα βρεθεί, αλλά με δύσκολο τρόπο τζιαι πολλύ ξεσηκωμό. Θα έπρεπε να πιάσω την αστυνομία, να κτυπήσω τες πόρτες των γειτόνων τζιαι να τους φκάλω έξω, να πιάσω τον χάσπα νάρτει πίσω που τη μάππα (αν θωρεί ομπρός του να οδηγήσει) κτλ. Στο τρίτο λεπτό, άρκεψα να απελπίζουμαι. Ένιωθα κυριολεκτικά την ελπίδα να εξατμίζεται που το δέρμα μου. Για κάποιον τόσο θετικό όσο εγώ, ήταν πολλά τραγική κατάληξη, ενόμιζα εν η ψυshή μου που έφευκεν.
Ένας που τους εαυτούς μου ήταν μες το σπίτι, μουθκιασμένος, να μεν ξέρει που να πρωτοδικλίσει τζιαι τι να κάμει. Αν δεν τον εντόπιζεν (τον Ούτποτ) ο αρφός μου τη στιγμή που τον εντόπισε, η επόμενη δεν ξέρω πώς θα με έβρισκε.
Ο κύριος Ούτποτ είshεν μπει στο γραφείο, έκλεισε τζιαι την πόρτα τζιαι έκατσε στο κομπιούτερ. Έκλεισεν την πόρτα γιατί εζούσε τον έρωτά του με το πρίντερ, τζιαι ξέρει ότι απαγορεύεται.
Το δευτερόλεπτο που άνοιξε η πόρτα τζιαι είδα τον άρχοντα να κάθεται τζιαμέ, εν έδωκα πάνω του όπως τα έργα, ούτε είπα τίποτε. Άφηκα τον τζιαμέ τζι εβούρησα να προλάβω την μάνα μου που είshεν πιάει τα όρη. Μετά επήα τζιαι είπα του, Ούτποτ μου, άλλη φορά άμα σου φωνάζω να απαντάς, εντάξει; Εγκάκκει:) Τζιαι εσυνεχίσαμε τη ζωή μας σαν να μην συνέβη τίποτε.
Μετά που ώρα άρκεψε να κάμνει sink in το σοκ, η σκέψη του τι έπαθα τζιαι τι εμπορούσε να πάθω. Μετά που τούτο νιώθω αποκτηνωμένη τελείως στο ενδεχόμενο να τους δω ποττέ τσιλλημένους μες τον δρόμο. Προτιμώ να ξέρω, παρά να μεν ξέρω.
Αλλά μέσα σε τζείνα τα τυφωνικά λεπτά, εσημείωσα κάποια πράματα για τον εαυτό μου τζιαι τες σκέψεις μου. Επειδή έννεν τζείνα που περιμένετε να ακούσετε, επειδή ίσως να μέννεν τζιαι τα πιο φυσιολογικά πράματα, έθθα τα πω τωρά.
Μόνο ότι εν γίνεται να ζεις άμα αγνοείται το μωρό σου, ντάξει Madeleine's parents?