»

Friday, November 12, 2010

Why have you forsaken me?

WHERE. On the face of. HELL!!! HAVE YOU BEEN! ΠΟΥ ΗΣΟΥΝ;;; ΠΟΥ ΕΠΗΕΣ;;; ΕΚΑΜΑ ΣΟΥ ΤΙΠΟΤΕ;;; Ελάτρευα σε τζι εσύ εξαφανίστηκες. Έκαμα σου τίποτε; Επαίζαμεν ούλλη μέρα τζιαι ξαφνικά εξαφανίστηκες. Έσφιγγα σε πολλά που σε αγκάλιαζα;; Εβάρουν πολλά που έππεφτα πάνω σου;; Τι σου έκαμα τζιαι εχάθηκες;; Γιατί εν καταλάβω;;;
 
Οκ, έπιασεν με ο παπάς την πρώτη μέρα τζιαι επήρεν με σε ένα τόπο που εν εξαναπήα τζιαι είshεν πολλά κρεβάθκια τζιαι ήσουν τζιαμέ!!! Εχάρηκα πολλά που σε είδα. Έδωκα πάνω σου αλλά εν με πολλοάφηνεν ο παπάς, ετράβαν με να κάμω πίσω. Αλλά γιατί ήσουν τζιαμέ; Έχουμε τζιαι σπίτι μας κρεβάθκια!! Αλλά μετά που λλίο εφύαμεν τζιαι εσύ έμεινες τζιαμέ. Την επομένη πάλε επήρεν με ο παπάς στα κρεβάθκια τζιαι πάλε ήσουν τζιαμέ. Επεριεργάζουμουν το κρεβάτι σου το νέο. Όντως ήταν πιο ωραίο που τζείνο σπίτι μας. Το δικο σου είshεν κουμπούθκια τζιαι επήαιννεν πάνω τζιαι κάτω. Εν για τούντο κρεβάτι που με άφηκες;; Τζιαι μετά πάλε εφύαμεν μόνοι μας. Εν καταλάβω! Γιατί είσαι τζιαμέ; Εν μπορώ άλλο χωρίς εσένα! Εν θέλω κανέναν. Βυζακώννω μόνο πας τον παπά πέρκι εν μου φύει τζιαι τζείνος. Ύστερα εν με εκάνεν ο καημός μου, αρρώστησα τζι ετρέχαν οι μύξες μου τζιαι έβηχχα ούλλη μέρα τζιαι ο παπάς εν με εξαναπήρε στα κρεβάθκια. Γιατί;; Τι σου έκαμα;; Είπες του να μεν με φέρνει;; O παπάς ούλλη μέρα θκιανεύκει με, παίρνει με ποτζεί ποδά τζιαι περνούμεν ωραία.Αλλά ππέφτω τη νύχτα τζι εν καμμώ. Θωρώ όνειρα ότι εξαπολύσαν με μες τη ζούγκλα να με πιαν οι πίθηκοι. Πετάσσουμαι ίσια πάνω κάθε μισήν ώρα τζιαι παουρίζω. Εσύ άφαντη. Μόνο ο παπάς έρκεται τζιαι διά μου πιππίλλα τζιαι πιάννει με πάνω του. Πού είσαι;; Ενη μπόρω! Εν αναπνέω, κλαίω, τζιαι ώσπου κλαίω τρέshει παραπάνω μύξα τζιαι εν αναπνέω τίποτε. Είμαι διαλυμένος. Πού είσαι; Γιατί με εγκατέλειψες;;; 
 
Όλα γύρω σου γυρίζουν. Ύστερα που, dunno, ώρες, μέρες, μήνες, χρόνια; μπαίνω σπίτι τζιαι θωρώ σε μπροστά μου!!! Ππέφτεις πας τον καναπέ! ΜΑΜΑ ΜΟΥ!!! Εχάρηκα ΠΑΡΑ πολλά, εβούρησα πάνω σου. Λλίο πριν φτάσω κοντά σου, εσκέφτηκα ότι μάλλον ήταν της φαντασίας μου τζιαι έκλωσα τελευταία στιγμή τζιαι επήα στα παιχνίθκια μου. Ξαναδικλώ στον καναπέ, ήσουν τζιαμέ ακόμα. Εφώναζες μου νάρτω. Ξαναγυρίζω στο παιχνίδιν μου. Αν ξεκινήσω νάρτω τζιαι εξαφανιστείς πάλε; Ξαναδικλώ στον καναπέ, ήσουν τζιαμέ ακόμα. Ελάλες μου νάρτω να κάμουμεν αγκαλίτσες τζιαι ξέρω γω. Καλάν, εσού γιατί εν έρκεσαι; Ίντα έμεινες τζιαμέ τζιαι θωρείς; Εν με πολλόshεις ακόμα; Τι σου έκαμα;;; Έθθα καταλάβω ποττέ μου. Γιατί με εγκατέλειψες;;; Τωρά γιατί ούλλη μέρα κάθεσαι τζιαμέ; Γιατί εν έρκεσαι να παίξουμε στο χαλί μου; Γιατί εν με παίρνεις έξω βόλτα; Γιατί εν με πιάννεις ανάποδα; Γιατί εν μου φέρνεις τη μαππούα μου άμα πάει κάτω που τον καναπέ; Πε μου τι σου έκαμα! Εν θέλω να είμαι ούλλη μέρα στες γιαγιάες. Σήκου που τον καναπέ τζι εννά λύσεις! Εν ταράσσεις α; Εν με θέλεις όπως πριν. Τι σου έκαμα;;; Εννά ξαναφύεις;; Εννά μείνεις; Εν καταλάβω. Τες νύχτες ξυπνώ ακόμα αλλά πάλε μόνον ο παπάς έρκεται. Μιαν φοράν ήρτες τζι εσύ αλλά εν σε έθελα, τι να σε κάμω; Αφού κάθεσαι μόνο, ούτε με πιάννεις, ούτε τίποτε. Εν καταλάβω. Τι σου έκαμα;;; Τι σου έκαμα;;;